Πάσχα
Το Πάσχα είναι η μεγαλύτερη γιορτή των Ορθοδόξων Χριστιανών και η πιο πλούσια σε έθιμα. Η λέξη "Πάσχα", προέρχεται από το Εβραϊκό "Πασάχ" που σημαίνει "Πέρασμα". Οι Εβραίοι γιορτάζουν το "Πασάχ" στην ανάμνηση της απελευθέρωσης τους από τους Αιγυπτίους και το πέρασμα από την Ερυθρά Θάλασσα, ενώ οι Χριστιανοί γιορτάζουν την Ανάσταση του Χριστού και το πέρασμα από τον θάνατο στη ζωή. Η αντίστοιχη ελληνική λέξη για το "Πάσχα" είναι "Λαμπρή" γιατί η μέρα της Ανάστασης του Χριστού είναι μια μέρα γεμάτη χαρά και ευεξία. Το Πάσχα είναι μια κινητή γιορτή. Ο εορτασμός, με απόφαση της Α' Οικουμενικής Συνόδου, το 325 μ.Χ., γίνεται την πρώτη Κυριακή μετά την πρώτη πανσέληνο της εαρινής ισημερίας. Το Πάσχα είναι η πιο ιερή μέρα των ελληνικών εορτών, αλλά και η πιο χαρούμενη, μια γιορτή της άνοιξης και της αναγέννησης (κατά την κυριολεκτική αλλά και την μεταφορική της έννοια). Οι Έλληνες γιορτάζουν το Πάσχα στην εξοχή, συνήθως στις ιδιαίτερες πατρίδες τους.
Από τα Βυζαντινά ακόμα χρόνια οι χριστιανοί προετοιμάζονταν καιρό πριν για τις πασχαλινές γιορτές. Έβαφαν τα σπίτια τους, έστρωναν στο πάτωμα κλαδιά από αρωματικά φυτά, δάφνη, μυρσίνη, δεντρολίβανο, λεμονιά, έφτιαχναν καινούρια ρούχα, τα λαμπριάτικα. Ανήμερα το Πάσχα όλοι αντάλλασσαν δώρα και ασπασμούς και εύχονταν "καλά Πάσχα", ενώ τη νύχτα οι δρόμοι και τα σπίτια ήταν φωταγωγημένα. Τον καιρό της τουρκοκρατίας το Πάσχα είχε εντελώς ιδιαίτερη σημασία για τους Έλληνες. Μαζί με τα Πάθη του Χριστού και την Ανάσταση, ζωντάνευαν και τα πάθη του λαού και μεγάλωναν οι ελπίδες για την Ανάσταση του Γένους. Όταν λέγη "Ανάστασις" ο Ελληνικός λαός," γράφει ο Παπαδιαμάντης στα Τραγούδια του θεού, "κρύφια χορδή αναπαλλομένη εις τα μυχαίτατα της καρδίας του, υπενθυμίζει εις αυτόν και του Γένους την ανάστασιν, και ο Χριστός και η πατρίς συναντώνται εν αυτώ ισοπαθείς και ισόθεοι."
Η βδομάδα των Παθών είναι η Μεγάλη Βδομάδα γιατί μεγάλα είναι κι αυτά που θα συμβούν. Λένε στην Κεφαλονιά:
«Μεγάλη Δευτέρα, μεγάλη μέρα. Μεγάλη Τρίτη, μεγάλη κρίση.
Μεγάλη Τετάρτη, μεγάλο σκοτάδι. Μεγάλη Πέφτη, δάκρυο πέφτει.
Μεγάλη Παρασκευή, θλίψη πολλή. Μεγάλο Σαββάτο, χαρές γιομάτο.
Μεγάλη Λαμπρή, χάσκα μούσκα αυγό κι αρνί.»
Και στην Κορινθία λένε:
«Μεγάλη Δευτέρα, μεγάλη μαχαίρα. Μεγάλη Τρίτη, ο Χριστός εκρύφτει.
Μεγάλη Τετάρτη, ο Χριστός εχάθει. Μεγάλη Πέφτη, ο Χριστός εβρέθει.
Μεγάλη Παρασκευή, ο Χριστός στο καρφί. Μεγάλο Σαββάτο, ο Χριστός στον Τάφο. Κυριακή και Πασχαλιά, τρώμε κόκκινα αυγά.»
Ας δούμε λοιπόν αναλυτικά τις παραδόσεις αυτής της περιόδου:
Μεγάλη Εβδομάδα
ü Κυριακή των Βαΐων (Βαϊοφόρος)
Η Κυριακή των Βαΐων είναι η αρχή της Μεγάλης Εβδομάδας. Το πρωί, όλες οι εκκλησίες προσφέρουν βάγια θυμίζοντας έτσι την θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στην Ιερουσαλήμ, πριν τα Πάθη του. Επιτρέπεται η κατανάλωση του ψαριού. Μόνο για να βρούμε την δύναμη να συνεχίσουμε την νηστεία για άλλες 6 μέρες. Το απόγευμα της Κυριακής των Βαΐων και κάθε απόγευμα της Μεγάλης Εβδομάδας, οι άνθρωποι πηγαίνουν στην εκκλησία και παρακολουθούν την "Ακολουθία του Νυμφίου", μια ιδιαίτερη λειτουργία. Την Κυριακή των Βαΐων, σε ανάμνηση της θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, όλοι οι ναοί στολίζονται με κλαδιά από βάγια, από φοίνικες δηλαδή ή από άλλα νικητήρια φυτά, όπως δάφνη, ιτιά, μυρτιά και ελιά. Μετά τη λειτουργία μοιράζονται στους πιστούς. Η εκκλησία μας καθιέρωσε ήδη από τον 9ο αιώνα το έθιμο αυτό μια και όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «όχλος πολύς...έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ». Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, στα Ιεροσόλυμα, ο επίσκοπος έμπαινε στην πόλη «επί πώλου όνου», αναπαριστάνοντας το γεγονός, ενώ στα βυζαντινά γίνονταν «ο περίπατος του αυτοκράτορα», από το Παλάτι προς τη Μεγάλη Εκκλησία. Στη διαδρομή αυτή ο αυτοκράτορας μοίραζε στον κόσμο βάγια και σταυρούς και ο Πατριάρχης σταυρούς και κεριά. Με τα βάγια οι πιστοί στόλιζαν τους τοίχους των σπιτιών και το εικονοστάσι τους.
Και σήμερα ακόμα όλες οι εκκλησίες στολίζονται με δαφνόφυλλα ή βάγια. Τα παλιότερα χρόνια τους τα προμήθευαν τα νιόπαντρα ζευγάρια της χρονιάς ή και μόνο οι νιόπαντρες γυναίκες, για το καλό του γάμου τους. Πίστευαν πως η γονιμοποιός δύναμη που κρύβουν τα φυτά αυτά θα μεταφερόταν και στις ίδιες και η μια χτυπούσε την άλλη με τα βάγια. Τα “βαγιοχτυπήματα” σιγά-σιγά άρχισαν να γίνονται και από τις άλλες γυναίκες και τα παιδιά τις μιμούνταν και όπως χτυπιούνταν μεταξύ τους εύχονταν: “Και του χρόνου, να μη σε πιάν’ η μυίγα”. Δυνάμεις ιαματικές και αποτρεπτικές, μαζί με τις γονιμοποιές, αποδίδονταν στα βάγια και γι αυτό έπρεπε μετά την εκκλησία όλα να τα “βατσάσουν” για το καλό. Τα δέντρα, τα περβόλια, τα κλήματα, τις στάνες, τα ζώα, τους μύλους, τις βάρκες. Από ένα κλαδάκι κρεμούσαν στα οπωροφόρα, για να καρπίζουν και στα κηπευτικά, για να μην τα πιάνει το σκουλήκι.
“Μέσα βάγια και χαρές, όξω ψύλλοι, κόριζες !”
Όλα εξαφανίζονταν από τα σπίτια μόλις έμπαιναν τα βάγια. Κρατούσαν την πρώτη θέση στο εικονοστάσι και μ’ αυτά “κάπνιζαν” οι γυναίκες τα παιδιά για το “κακό το μάτι”.
Στη Λέσβο τα παιδιά, μετά την εκκλησία, στόλιζαν ένα δεμάτι από κλαδιά δάφνης με κόκκινα ή πράσινα πανάκια από καινούργιο φουστάνι, κρεμούσαν κι ένα κουδούνι και καθώς πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ψάλλοντας και λέγοντας εξορκισμούς για τους ψύλλους και τα ποντίκια, έδιναν και ένα κλαράκι δάφνης στη νοικοκυρά. Στο τέλος ζητούσαν και το χάρισμά τους: “Χρόνια πολλά, εν ονόματι Κυρίου, δό μ’ τ’ αυγό να φύγω.”
Στην Ανατολική Ρωμυλία, τα κορίτσια έφτιαχναν με τα βάγια στεφάνια, τους έδεναν μια κόκκινη κλωστή και τραγουδώντας όλες μαζί πήγαιναν και τα πέταγαν στο ρέμα κι όπως έπαιρνε τα στεφάνια το νερό, όποιας πήγαινε μπροστά εκείνη θα γινόταν “συντέκνησσα”. Πρώτη στο γυρισμό, πρώτη στο χορό και στο δικό της σπίτι η μάνα της θα έφτιαχνε τα φασόλια και θα τις φίλευε όλες, μαζί με ελιές.
Στη Τήνο, την Κυριακή των Βαΐων, τα παιδιά τριγύριζαν στους δρόμους κρατώντας μαζί με το στεφάνι τους την “αργινάρα”, μια ξύλινη ή και σιδερένια ροκάνα που τη στριφογύριζαν με δύναμη. Μέσα σε εκκωφαντικό θόρυβο κατέληγαν στη θάλασσα, όπου πετούσαν στο στεφάνι στο νερό.
Το έθιμο της περιφοράς των κλαδιών θυμίζει την “ειρεσιώνη”, το στολισμένο με καρπούς κλαδί, που στις γιορτές της άνοιξης περιέφεραν στους δρόμους τα παιδιά, στην αρχαιότητα. Τα βάγια τα έπλεκαν σε πάρα πολλά σχέδια: φεγγάρια, πλοία, γαϊδουράκια, το πιο συνηθισμένο όμως ήταν ο σταυρός. Σε μερικά μέρη τους έδιναν το σχήμα του ψαριού. Ψάρι είχαν σαν σημάδι αναγνώρισης οι πρώτοι χριστιανοί, η λέξη ΙΧΘΥΣ, εξάλλου, προέρχεται από τα αρχικά Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ.
Αν και είναι ακόμα σαρακοστή, η εκκλησία την Κυριακή των Βαΐων επιτρέπει το ψάρι. Έτσι και το τραγούδι των παιδιών λέει:
“Βάγια, Βάγια των βαγιών, τρώνε ψάρι και κολιό, κι ως την άλλη Κυριακή με το κόκκινο αυγό!”
Τη Μεγάλη Δευτέρα αρχίζει η πιο αυστηρή νηστεία. Στην Καστοριά, τη Μεγάλη Δευτέρα, τη Μεγάλη Τρίτη και τη Μεγάλη Τετάρτη δεν έτρωγαν τίποτα, μόνο λίγο νερό έπιναν, κυρίως οι κοπέλες, γιατί πίστευαν πως της νηστικής καρδιάς πιάνει η ευχή και έτσι θα έβρισκαν γαμπρό.
Στην Πάρο, όλη τη Μεγάλη Βδομάδα, οι καμπάνες πενθούσαν. "Χήρευαν". Ο κράχτης καλούσε τους πιστούς στην εκκλησία. Κάθε δουλειά έπρεπε να σταματήσει. Ακόμα και τον αργαλειό ξέλυναν, "τον ξέκαμναν" μια και ο Χριστός ήταν Σταυρωμένος.
Μόνο ο καθαρισμός των σπιτιών επιτρεπόταν και η προετοιμασία για όλα τα απαραίτητα του Πάσχα.
Οι προετοιμασίες ξεκινούν και η νηστεία συνεχίζεται. Το απόγευμα στην εκκλησία ακούμε τον ύμνο της Κασσιανής.
Τη Μεγάλη Τετάρτη παρασκεύαζαν τη νέα ζύμη, το προζύμι της χρονιάς. Στις γειτονιές της Αθήνας μάλιστα η εκκλησάρισσα πήγαινε από σπίτι σε σπίτι, μάζευε αλεύρι και το ζύμωνε χωρίς προζύμι. Το πήγαινε στον παπά και εκείνος ακουμπούσε πάνω του το σταυρό με το Τίμιο Ξύλο και το αλεύρι ανέβαινε. Αυτό θα ήταν το προζύμι της χρονιάς. Η εκκλησάρισσα μοίραζε από λίγο σε κάθε σπίτι. Την Μεγάλη Τετάρτη, γίνεται το Μέγα Ευχέλαιο ενώ οι πιστοί γονατίζουν πριν οι ιερείς τους χρίσουν με το Άγιο Λάδι για να λάβουν συγχώρεση. Το απόγευμα, στις εκκλησίες, το θέμα της λειτουργίας είναι το "Πλύσιμο των ποδιών των Μαθητών" που γίνεται σε πολλά μέρη. Για παράδειγμα, στην Πάτμο στήνεται μια εξέδρα στην πλατεία της πόλης. Κατά την λειτουργία, που διαρκεί περίπου μιάμιση ώρα, ο ιερέας που "παίζει τον ρόλο" του Χριστού, πλένει τα πόδια δώδεκα μοναχών -οι μαθητές- μια μίμηση της πράξης του Χριστού πριν την Σταύρωση Του.
Οι προετοιμασίες για τον εορτασμό της Ανάστασης ξεκινούν την Μ. Πέμπτη. Οι νοικοκυρές φτιάχνουν παραδοσιακά τσουρέκια, αυγοκούλουρα, κουλούρια ούζου και χρωματιστά αυγά (κυρίως κόκκινα). Από την αρχαιότητα το αυγό συμβολίζει την αναγέννηση της ζωής και το κόκκινο χρώμα συμβολίζει το αίμα του Χριστού. Στο παρελθόν, οι άνθρωποι συνήθιζαν να τοποθετούν το πρώτο αυγό στο εικονοστάσι του σπιτιού για να διώξουν τα κακά πνεύματα. Σε κάποια χωριά συνήθιζαν να μαρκάρουν το κεφάλι και την πλάτη των νεαρών αρνιών με την μπογιά από τα αυγά. Επίσης κρατούσαν μία από τις μεγάλες στρογγυλές κουλούρες της Μ. Πέμπτης στις εικόνες, για να προστατέψουν τα μέλη της οικογένειας από τα μάγια.
Το αυγό, πανάρχαιο σύμβολο της γένεσης του κόσμου, της γέννησης της ζωής, το συναντάμε σε πολλές λατρείες, τόσο πρωτόγονες, όσο και περισσότερο εξελιγμένες. Έχει μέσα του δύναμη ζωική και πίστευαν πως μπορούσε να την μεταδώσει στους ανθρώπους, τα ζώα, τα φυτά. Γιατί όμως βάφονται κόκκινα τα αυγά; Η παράδοση λέει πως: "Όταν είπαν πως αναστήθηκε ο Χριστός, κανείς δεν το πίστευε. Μια γυναίκα, που κρατούσε στο καλάθι της αυγά, φώναξε: "Μπορεί από άσπρα να γίνουν κόκκινα;" Και, ώ του θαύματος έγιναν!" Μερικοί πιστεύουν ότι τα αυγά βάφονται κόκκινα σε ανάμνηση του αίματος του Χριστού, που χύθηκε για εμάς τους ανθρώπους. Κόκκινο είναι και το χρώμα της χαράς. Χαράς για την Ανάσταση του Χριστού. Είναι παράλληλα όμως και χρώμα αποτρεπτικό. Κόκκινες βελέντζες και κόκκινα μαντίλια κρεμούσαν τη Μεγάλη Πέμπτη στην Καστοριά οι γυναίκες για το καλό. Κόκκινο πανί έβαφαν μαζί με τα αυγά τους στη Μεσημβρία και το κρεμούσαν στο παράθυρο για σαράντα μέρες, για να μην τους πιάνει το μάτι. Το βάψιμο των αυγών γινόταν τη Μεγάλη Πέμπτη γι αυτό και τη λέγαν Κόκκινη Πέφτη ή Κοκκινοπέφτη. Παλιότερα το συνήθιζαν κι αποβραδίς, πάντοτε όμως τα μεσάνυχτα, με το ξεκίνημα της νέας μέρας. Καινούρια πρέπει να ήταν η κατσαρόλα που θα έβαφαν τα αυγά και ο αριθμός τους ορισμένος και τη μπογιά τη φύλαγαν σαράντα μέρες και δεν την έχυναν, ακόμα και τότε, έξω από το σπίτι. Τα χρώματα για τα αυγά τα έφτιαχναν από διάφορα φυτά. Από κρεμμύδια γινόταν το μελί, από άχυρο ή από φύλλα αμυγδαλιάς το κίτρινο, το ανοικτό κόκκινο από παπαρούνες. Αργότερα τα αγόραζαν, το κόκκινο όμως χρώμα ήταν και είναι πάντα το πιο αγαπημένο. Το πρώτο αυγό που έβαφαν ήταν της Παναγίας και το έβαζαν στο εικονοστάσι. Με αυτό σταύρωναν τα παιδιά από το κακό το μάτι. Σε μερικά μέρη έβαζαν σε ένα κουτάκι τόσα αυγά όσα ήταν τα μέλη της οικογένειας και τα πήγαιναν το βράδυ στην εκκλησία, για να διαβαστούν στα 12 Ευαγγέλια. Τα άφηναν κάτω από την Αγία Τράπεζα ως την Ανάσταση και τότε καθεμιά έπαιρνε τα δικά της. Αυτά τα αυγά ήταν "ευαγγελισμένα" και τα τσόφλια τους τα παράχωναν στους κήπους και τις ρίζες των δέντρων για να καρπίσουν. Παρόμοια τύχη είχαν και τα αυγά που έκαναν οι κότες τη Μεγάλη Πέμπτη. Άμα η κότα ήταν μαύρη, ακόμα καλύτερα. Είχαν θαυμαστές ιδιότητες και μπορούσαν να διώξουν κάθε κακό. Τα αυγά τα Μεγαλοπεφτιάτικα περνούσαν τον πονόλαιμο, φύλαγαν το αμπέλι από το χαλάζι, έδιωχναν μακριά το σκαθάρι. Οι γυναίκες και τα κορίτσια στόλιζαν τα αυγά, τα "έγραφαν", τα "κεντούσαν". Πάνω στα άσπρα αυγά έγραφαν με λειωμένο κερί ευχές, σχεδίαζαν σκηνές από τη ζωή του Χριστού, πουλιά κ.ά. Έριχναν μετά τα αυγά στην κόκκινη μπογιά και μέχρι να λειώσει το κερί έμεναν τα γράμματα και τα σχέδια άσπρα. Τα "ξομπλωτά" ή "κεντημένα" αυγά, που τα λέγαν στη Μακεδονία και "πέρδικες, μια και συχνά είχαν πάνω τους πουλιά, ή ίσως και γιατί ξεχώριζαν, όπως κι οι πέρδικες, για την ομορφιά τους, θύμιζαν συχνά μικρογραφίες. Το ένα ήταν καλύτερο από το άλλο. Αυτά έστελναν δώρο οι αρραβωνιασμένες στο γαμπρό και οι βαφτισιμιές στους νονούς και τις νονές τους, σε όλα τα αγαπημένα πρόσωπα. Άλλοτε πάλι τα κορίτσια πρόσθεταν στα αυγά φτερά από χρωματιστό χαρτί, ουρά και μύτη από ζυμάρι και τα κρεμούσαν στο ταβάνι, έτοιμα να πετάξουν.
Πρωί-πρωί τη μεγάλη Πέμπτη, σε όλη την Ελλάδα, οι γυναίκες καταπιάνονται με το ζύμωμα. Ζυμώνουν με μυρωδικά τις κουλούρες της Λαμπρής και τις στολίζουν με λουρίδες από ζυμάρι και ξηρούς καρπούς. Ανάλογα με το σχήμα που τους έδιναν παλιότερα είχαν και διάφορα ονόματα: "Κοφίνια", "καλαθάκια", "δοξάρια", "αυγούλες", "κουτσούνες", "κουζουνάκια". Παρόμοιες κουλούρες έφτιαχναν και στα βυζαντινά χρόνια, τις "κολλυρίδες" και ήταν ειδικά ψωμιά για το Πάσχα, σε διάφορα σχήματα, που είχαν στο κέντρο ένα κόκκινο αυγό.
Στην Κορώνη τις λαμπριάτικες κουλούρες τις ζυμώνουν με λάδι, αμύγδαλα και γλυκάνισο. Για να είναι πιο νόστιμες ρίχνουν και ζουμί από βρασμένα δαφνόφυλλα. Τις πλάθουν στρογγυλές ή μακρουλές και τις πλέκουν. Απαραίτητο στη μέση το κόκκινο το αυγό, ενώ καθεμιά τη στολίζουν όπως τους αρέσει. Με σχέδια από ζυμάρι, με σουσάμι, με αμύγδαλα. Όταν οι κουλούρες ήταν για τα παιδιά, τότε τις έπλαθαν πραγματικές κουτσούνες. Τις έλεγαν και κουτσές ή και κοκκώνες. Τους έφτιαχναν από ζυμάρι χέρια και πόδια, για κεφάλι έβαζαν ένα κόκκινο αυγό και πάνω του με μικρά ζυμαράκια σχημάτιζαν τα μάτια, το στόμα, τη μύτη... Στη Χίο μάλιστα, ο άντρας είχε πάντα μια γκλίτσα και η γυναίκα φορούσε τη φορεσιά της. Τέτοια κουλούρια έπαιρναν τα παιδιά, τα βαφτιστήρια, τα εγγόνια, ακόμα και τα παιδιά των φίλων.
"Κατ' έτος την Μεγάλη Πέμπτη... Η θεια Σοφούλα εσφουγγώνετο μέχρις αγκώνων και εζύμωνε μόνη της τας τριάκοντα εννέα αυγοκουλούρας δια τους τόσους βαπτιστικούς της... Εν συνόλω εχρειάζετο εβδομήκοντα και πλέον κοκκώνες, δηλ. παιδικός κουλούρας δια τους βαπτιστικούς, δια τους εγγονούς και τα δισεγγόνια. Εις τον αριθμόν τούτον δεν συμπεριλαμβάνονται αι μεγαλείτεραι κουλούραι, τας οποίας παρεσκεύαζε δια τας συντέκνισσας, δια τας ανεψιάς και τας δισεξαδέλφας της..."
γράφει ο Παπαδιαμάντης στην Τελευταία βαπτιστική.
Στη Χίο τις κουτσούνες τις έκρυβαν μέχρι το Μεγάλο Σαββάτο και όταν χτυπούσαν οι καμπάνες τις έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι των παιδιών και έλεγαν:
"Ξύπνα, ήρθε η γρια η Λαμπρινή και σου έφερε την κουτσούνα από το φουγάρο."
Τότε τα παιδιά σηκώνονταν, τύλιγαν την κουτσούνα τους σε ένα μαντιλάκι και την έπαιρναν μαζί στην εκκλησία. Μετά το "Χριστός Ανέστη", όταν γύριζαν στο σπίτι, την έκοβαν και την έτρωγαν. Μερικές φορές στις κουλούρες των παιδιών έδιναν και σχήματα ζώων ή πουλιών. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει το πουλάκι με μια κόκκινη κορδέλα στο ράμφος του. Στην Κέρκυρα τα τσουρέκια που έφτιαχναν σε σχήμα κούκλας, με ένα κόκκινο αυγό για κεφάλι, τα έλεγαν κολομπίνες. Συνήθιζαν όμως και τις ζαχαρένιες κουτσούνες, από αλεύρι και νερό, που τις έκαναν με χρωματιστά ζυμάρια. Αγαπημένο θέμα τους ήταν και οι καβαλάρηδες, ο Αϊ-Γιώργης και ο Αϊ-Δημήτρης, αλλά και τα σπαθιά. Έβραζαν διάφορα χορταρικά (παντζάρια, χόρτα κ.ά.) ανάλογα με το χρώμα που ήθελαν να χρησιμοποιήσουν για να κάνουν π.χ. το φουστάνι της κολομπίνας, το άλογο, το σπαθί και το ζουμί το έριχναν μέσα στο ζυμάρι.
Το μεσημέρι επίσης της Μ. Πέμπτης, σε κάποιες περιοχές, ομάδες παιδιών επισκέπτονταν τις γειτονιές, κρατώντας καλαθάκια, τραγουδώντας και μαζεύοντας λουλούδια για να διακοσμήσουν τον επιτάφιο του Χριστού. Ο στολισμός του Επιταφίου γίνεται σε πολλά μέρη τις πρώτες πρωινές ώρες, μετά την τελετουργία της Σταύρωσης. Είναι έθιμο να μένουν οι γυναίκες στην εκκλησία και να τραγουδούν παραδοσιακά μοιρολόγια. Το απόγευμα στις εκκλησίες γίνεται η λειτουργία των 12 Ευαγγελίων και η αναπαράσταση της Σταύρωσης του Χριστού. Οι πιστοί προσφέρουν στεφάνια σε Αυτόν. Στη Δυτική Μακεδονία φέρνουν κουλουράκια για τους ζωντανούς και μετά την εκκλησία τα μοιράζουν στον κόσμο. Στη Ρόδο ανάβουν φωτιές και τα παιδιά πηδούν και καίνε το "μάρτη" τους. Οι γυναίκες, στην Κεφαλονιά, βάζουν στη μέση τους μια λουρίδα και μετά από κάθε Ευαγγέλιο δένουν και από έναν κόμπο παρακαλώντας να γίνει μέσα στη χρονιά ό,τι ποθούν. Κάθε οικογένεια, στα περισσότερα μέρη, φέρνει στην εκκλησία για να αγιαστούν τα πιο πολύτιμα πράγματα του σπιτιού: ψωμί, αλάτι, αυγά, νερό σε μπουκάλια κ.ά. θαυμαστές ιδιότητες αποδίδουν στα κεριά της Μεγάλης Πέμπτης. Έπειτα από κάθε Ευαγγέλιο, στην Αγιάσο στη Λέσβο, έφτιαχναν με το κερί ένα σταυρό και μετά την εκκλησία κόλλαγαν τα 12 σταυρουδάκια στο σπίτι, σε διάφορα σημεία, για να ψοφάνε οι κοριοί και οι ψύλλοι. Για φυλακτό έχουν το κερί που μένει άκαυτο, στη Σπάρτη. Όταν μπουμπουνίζει και αστράφτει το ανάβουν για να μην τους πέσει αστροπελέκι. Στη Λήμνο πάλι, στη βάση που ακουμπάει ο παπάς το Ευαγγέλιο οι μητέρες κρεμούσαν τα τσεμπέρια των παιδιών τους για να είναι γερά. Ακόμα και τις κασέλες άνοιγαν στο Γύθειο, γιατί πίστευαν πως θα εξαφανιστούν τα ποντίκια.
Το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, οι γυναίκες αγρυπνούν στην εκκλησία και μοιρολογούν το Χριστό:
"Σήμερον μαύρος ουρανός, σήμερον μαύρη μέρα,
σήμερα κόσμος θλίβουνται και τα βουνά λυπούνται,
σήμερα βάλανε βουλή οι άνομοι Εβραίοι,
οι άνομοι και τα σκυλιά κ' οι τρισκαταραμένοι,
για να σταυρώσουν το Χριστό, τον πάντων βασιλέα..."
Σε μερικά μέρη τη Μεγάλη Πέμπτη ετοιμάζουν τον «Ιούδα». Από παλιά ρούχα φτιάχνουν το ομοίωμα του και το περιφέρουν από σπίτι σε σπίτι ζητώντας "καψίδια". Κάθε νοικοκυρά δίνει ό,τι της βρίσκεται. Κληματόβεργες, λινάτσες ή του ρίχνει πετρέλαιο.
"Ράτσα, κεράτσα δώσ' μια κληματσίδα να κάψουμε τον Οβριγιό πόχει πολλή κασσίδα, Οβριγιός φορεί φτερό στο κεφάλι τ' το ξερό..."
τραγουδούν τα παιδιά.
Τον Ιούδα τον καίνε τη Μεγάλη Παρασκευή, αλλού πάλι ανήμερα το Πάσχα, τη Δεύτερη μέρα του Πάσχα, καμιά φορά και την Τρίτη.
Η Παρασκευή είναι η πιο ιερή από τις μέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, η μέρα της αποκορύφωσης των Παθών του Χριστού με την αποκαθήλωση και την ταφή Του. Στην Ελλάδα τα μαγαζιά είναι κλειστά μέχρι τις 12 το μεσημέρι. Με το τέλος της "Αποκαθήλωσης" ξεκινά η διαδικασία του θρήνου μεταφέροντας ένα ομοίωμα του σώματος του Χριστού. Κατά την διάρκεια της αναπαράστασης της αφαίρεσης του σώματος του Χριστού από τον Σταυρό ραίνεται με ροδοπέταλα και τοποθετείται στον ιερό βωμό. Όλη μέρα οι καμπάνες της εκκλησίας κτυπούν με πένθιμο κτύπο. Επειδή είναι ημέρα θρήνου, οι νοικοκυρές δεν κάνουν καθόλου δουλειές στο σπίτι, αποφεύγοντας ακόμη και το μαγείρεμα. Όταν σταυρώθηκε λένε ο Χριστός, η Παναγία καθόταν στην παρηγοριά, στο τραπέζι που γίνεται μετά τις κηδείες. Πέρασε μια καλογριά την είδε και σχολίασε: "Ποιος είδε γιο στο σταυρό και μάνα στο τραπέζι." Η Παναγία ακούγοντας την της είπε: "Σύρε, μάνα Καλή, μήτε να ψάλλεσαι, μήτε να λειτουργιέσαι. Αν κρεμασθώ εγώ, θα κρεμασθούν μανάδες κι αν πνιγώ εγώ, θα πνιγούν μανάδες. Μονάχα κάθομαι στην παρηγοριά για να παρηγορηθούν όλες οι μανάδες". Η μάνα Καλή έφυγε μετανιωμένη και λυπημένη και γι αυτό ενώ υπάρχει Αγία Καλή δεν λειτουργιέται. Αυτή η παράδοση ζωντανεύει κάθε Μεγάλη Παρασκευή.
Και είναι η Μεγάλη Παρασκευή μέρα αργίας και νηστείας. Ημέρα πένθους. Πολλοί πίνουν ξύδι για την αγάπη του Χριστού, στην Κρήτη μάλιστα βράζουν σαλιγκάρια και πίνουν το ζουμί τους, που είναι σα χολή. Στην Κορώνη δε Βάζουν τίποτα στο στόμα τους. Εκείνη τη μέρα κανένας δεν κάρφωνε: "Μάστορης-ξεμάστορης καρφί δεν εκάρφωνε" γιατί ο γύφτος σταύρωσε με καρφιά το Χριστό. Κοντά στο μεσημέρι, οι κοπέλες στολίζουν τον Επιτάφιο με λουλούδια, που έχουν στείλει από τα σπίτια. Όλα τα ανοιξιάτικα λουλούδια. Βιολέτες, τριαντάφυλλα, μενεξέδες. Φτιάχνουν στεφάνια και γιρλάντες, ενώ ψέλνουν το μοιρολόγι της Παναγίας. Όλοι προσκυνάνε τον Επιτάφιο και οι γυναίκες και τα παιδιά, "για να τους πιάσει η χάρη", περνάνε από κάτω σταυρωτά.
Στην Όλυμπο της Καρπάθου, το χωριό που μοιάζει να αψηφά τον χρόνο, ο θρήνος γύρω από τον Επιτάφιο είναι πραγματικός. Ανάμεσα στα λουλούδια τοποθετούν φωτογραφίες των δικών τους ανθρώπων που χάθηκαν πρόσφατα και μοιρολογούν με ξέμπλεκα μαλλιά.
Το βράδυ γίνεται η περιφορά του Επιταφίου. Σε μερικά μέρη, την ώρα εκείνη, ανάβουν φωτιές και καίνε τον Ιούδα". Οι γυναίκες, στο Μελιγαλά, άναβαν μπροστά στην πόρτα τους από νωρίς κληματόβεργες και όταν ήταν να περάσει ο Επιτάφιος έριχναν στη θράκα μοσχολίβανο και μοσχοβόλαγε ο τόπος. Στις Σέρρες έβαζαν μπροστά στην πόρτα τους, πάνω σε ένα τραπέζι, την εικόνα του Χριστού, στολισμένη με λουλούδια και δίπλα άναβαν κεριά και λιβάνι. Μέσα σε ένα πιάτο είχαν φυτεμένη φακή ή κριθάρι που μόλις είχε αρχίσει να βγαίνει. Στη Μυτιλήνη, άμα τελειώσει η περιφορά, "αρπάζουν" τα λουλούδια, γιατί πιστεύουν πως κλεμμένα έχουν πιο θαυματουργές ιδιότητες. Τα "Χριστολούλουδα" τα φυλάνε για το καλό. Με αυτά γιατρεύουν τον πονοκέφαλο, τα κάνουν φυλαχτά και με αυτά γαληνεύουν τη θάλασσα όσοι ταξιδεύουν. Στην Ύδρα κάνουν το "έθιμο της δέησης". Τα παλικάρια βγάζουν τα παπούτσια και τις κάλτσες και μπαίνουν με τον Επιτάφιο στη θάλασσα. Τον ακουμπάνε στο νερό και ο παπάς κάνει δέηση για τους ταξιδεμένους. Στην Αθήνα, σκούπιζαν από νωρίς και κατάβρεχαν τους δρόμους για να περάσει ο Επιτάφιος και όταν πλησίαζε, έβγαιναν όλοι στις πόρτες τους με ένα κεραμίδι που είχε κάρβουνο αναμμένο και λιβάνι. Στη Νάξο, δε φιλάνε, εκείνη τη μέρα, γιατί με το φιλί του πρόδωσε ο Ιούδας το Χριστό, δε σφάζουν, για το αίμα του Χριστού, δεν καρφώνουν γιατί καρφώθηκε ο Χριστός, δε γελάνε. Οι επιτάφιοι θρήνοι ψάλλονται το απόγευμα, ακολουθεί η έξοδος του Επιταφίου στους δρόμους της πόλης ή του χωριού και τρεις φορές γύρω από την εκκλησία. Κάποιες φορές, στα μεγάλα χωριά και στις πόλεις με περισσότερες από μία εκκλησίες, οι Επιτάφιοι συγκεντρώνονται στην κεντρική πλατεία και όλοι ο άνθρωποι και οι ιερείς ψάλλουν τους θρήνους.
Ξημερώματα του Μεγάλου Σαββάτου οι εκκλησίες στολίζονται με δαφνόφυλλα. Μόλις ο παπάς πει: "Ανάστα ο θεός κρίναι την γην" αρχίζει να τα σκορπίζει στην εκκλησία. Κι ενώ οι γυναίκες μαζεύουν τα δαφνόφυλλα -με αυτά θα διώχνουν τα ποντίκια-, οι καμπάνες χτυπάνε με δύναμη. Στην Κορώνη, όσοι δεν έχουν όπλα, σπάνε ένα τσουκάλι "προς χαράν του Χριστού και πομπή των Οβραίωνε". Με το θόρυβο θέλουν να φοβίσουν και να διώξουν τους δαίμονες, για να μην αντιδράσουν στην Ανάσταση του Χριστού. Σε πολλές περιοχές υπάρχει το έθιμο του 'σεισμού'. Αυτό είναι μια αναπαράσταση του σεισμού που έγινε μετά την Ανάσταση, όπως περιγράφεται στην Βίβλο. Το εκκλησίασμα κτυπά τα στασίδια ρυθμικά, ενώ έξω το χάος βασιλεύει, με πυροβολισμούς, κροτίδες και πυροτεχνήματα. Αυτό είναι η τελετή της 'Πρώτης Ανάστασης'.
Να όμως που ακόμη και μετά το αγγελτήριο της Ανάστασης, βγαίνει ένας Επιτάφιος. Είναι μια παραξενιά, από τις πολλές των Κερκυραίων. Από το 1574 όταν οι Βενετοί απαγόρευσαν την περιφορά την Μεγάλη Παρασκευή, οι Κερκυραίοι περιφέρουν τον Επιτάφιο του Αγίου Σπυρίδωνα το Μεγάλο Σάββατο, μαζί με το Σεπτό σήκωμα του Αγίου, το οποίο συνοδεύουν και οι τρεις φιλαρμονικές της πόλης. Λίγες ώρες μετά, αρχίζει η συμφωνία των μπότηδων, των πιθαριών που πέφτουν από τα μπαλκόνια και τα παράθυρα, και σπάνε με πάταγο στον δρόμο. Αμέσως μετά την εκκλησία η νοικοκυρά ζυμώνει την κουλούρα της λαμπρής και ο άντρας αναλαμβάνει το σφάξιμο του αρνιού. Ο "πασκάτης ή λαμπριώτης αμνός" έπρεπε να είναι αρσενικός και άσπρος. Με το αίμα του σταύρωναν την πόρτα του σπιτιού, όπως ήταν και το εβραϊκό έθιμο, αλλά και τα μάγουλα των παιδιών. Εκείνη τη μέρα στέλνονταν και τα δώρα στην πεθερά, στη μνηστή, στη μητέρα. Το τσουρέκι, το κερί, τα αυγά, τα κουλούρια, ένα τσεμπέρι, μια ποδιά...
Το πασχαλιάτικο κερί της αρραβωνιαστικιάς, στην Κύμη, θα ζύγιζε περίπου μιάμιση οκά. Ήταν πολύ μακρύ και χειροποίητο. Το τύλιγαν σαν τον πάτο ενός καλαθιού και άφηναν το φυτίλι όρθιο στο κέντρο. Πάνω στον πάτο του κεριού, κάρφωναν φλουριά χρυσά ή ψεύτικα, ανάλογα με τα "έχειτα" του αρραβωνιαστικού, το σκέπαζαν και με διάφανο άσπρο πέπλο -να βλέπει και ο κόσμος τα φλουριά- και η αρραβωνιαστικιά πήγαινε με αυτό στην εκκλησία, στην Ανάσταση και την άλλη μέρα, στην Αγάπη. Και δεν έπρεπε να το χαλάσει, μέχρι το γάμο της.
Απλωμένα στο προσκέφαλο τα ολοκαίνουρια ρούχα της οικογένειας περίμεναν το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου και λίγο πριν χτυπήσουν οι καμπάνες τα φόραγαν και ξεκινούσαν όλοι για την εκκλησία. Οι νοικοκυρές, στην Ύδρα, λίγο πριν φύγουν, σήκωναν τις κλώσες από τα αυγά τους για να μην δουλεύουν κι αυτές την ώρα της Ανάστασης. "Δεύτε λάβετε φως" και με τις άσπρες τους λαμπάδες παίρνουν το Άγιο Φως. Στα Καλάβρυτα, μάλιστα, τη λαμπάδα τους την ανάβουν κατά οικογένειες και στην Αθήνα τα κορίτσια έπαιρναν φως μόνο από άντρα, για να παντρευτούν. Μόλις ακουστεί το "Χριστός Ανέστη" γίνεται πανδαιμόνιο. "Το καταπέτασμα του ναού εσκίσθη εις δύο... και η γη εσείσθη..." λέει το Ευαγγέλιο και στην Χίο χτυπούν τα στασίδια, στην Κέρκυρα πετάνε από τα παράθυρα και τα μπαλκόνια πήλινα δοχεία, όλοι ανταλλάσσουν ασπασμούς και τσουγκρίζουν τα αυγά τους. Μόλις γίνει η Ανάσταση, στην ύπαιθρο πάντα, οι πόρτες της εκκλησίας κλείνουν και ο νεωκόρος, που βρίσκεται πίσω τους, παριστάνει το διάβολο ή τον Άδη. Αφού κάνουν τρεις κύκλους την εκκλησία ψάλλοντας, κλωτσούν την κεντρική πόρτα και ο παπάς φωνάζει: "Άρατε πύλας!" που σημαίνει ανοίξτε τις πύλες. Από μέσα ρωτάει ο νεωκόρος: "Ποιος είσαι;" "Άρχων ισχυρός" του απαντάει και χτυπάει την πόρτα με το πόδι του, μπαίνει μέσα στην εκκλησία, κρατώντας το Άγιο Φως και διώχνει με αυτό τον τρόπο το διάβολο. Σε μερικά μέρη το έθιμο γίνεται την επομένη, στην Αγάπη. Μια άλλη ιδιαίτερη παράδοση της Πρώτης Ανάστασης είναι το έθιμο του 'πετάγματος των σταμνών', που γίνεται σε κάποια Ιόνια νησιά και κυρίως στην Κέρκυρα. Οι ντόπιοι πετούν στάμνες από τα παράθυρά τους, και αυτά σπάζουν στο δρόμο. Κάποιες φορές οι στάμνες είναι γεμάτες νερό για να κάνουν μεγαλύτερο θόρυβο. Επίσης κρεμούν ένα κόκκινο πανί στα παράθυρα (κόκκινο είναι το χρώμα της Ανάστασης).
Στην Κέρκυρα ακόμη, αναβιώνεται το έθιμο της 'μαστέλας'. Ένα μισό βαρέλι διακοσμημένο με μύρτα και φιόγκους γεμίζεται με νερό, και οι περαστικοί ρίχνουν μέσα νομίσματα για καλή τύχη. Όταν ακουστεί η πρώτη καμπάνα για την Ανάσταση, κάποιος πηδά μέσα στο βαρέλι και μαζεύει τα χρήματα. Τον παλιό καιρό ο δύτης δεν ήταν εθελοντής αλλά ένας ανυποψίαστος περαστικός, που τον πέταγαν μέσα παρά την θέληση του.
Αργά το βράδυ, στις 11 η ώρα, όλοι μαζεύονται στον περίβολο της εκκλησίας. Σε όλη την Ελλάδα η λειτουργία γίνεται σε μια πλατφόρμα έξω από τον ναό. Όλοι κρατούν από ένα κερί που θα το ανάψουν με το Άγιο Φως. Πριν τα μεσάνυχτα όλα τα φώτα του ναού σβήνουν και ο ιερέας εμφανίζεται στην Ωραία Πύλη προσφέροντας το Άγιο Φως σε όλους. Λέει "Δεύτε Λάβετε Φως" που σημαίνει ελάτε να πάρετε το Άγιο Φως. Αυτή η μοναδική φλόγα έρχεται κατ' ευθείαν από τον Ιερό Τάφο του Χριστού στην Ιερουσαλήμ, όπου ανάβει ως εκ θαύματος χωρίς καμία ανθρώπινη παρέμβαση. Ένα αεροπλάνο φέρνει το Άγιο Φως από την Ιερουσαλήμ στην Ελλάδα. Αφού οι άνθρωποι λάβουν το φως, τα μεσάνυχτα, ο ιερέας παίρνει την ιερή εικόνα της ανάστασης και βγαίνει έξω από τον ναό, στην πλατφόρμα. Η Δεύτερη Ανάσταση συμβαίνει μόλις ο ιερέας πει 'Χριστός Ανέστη', και ξεκινά μια μεγάλη και μεγαλειώδης φωτιά. Όλοι δίνουν τα χέρια και εύχονται Καλό Πάσχα στους γύρω τους. Αυτό είναι το επονομαζόμενο "Φιλί της Αγάπης". Θεωρείται τύχη να φτάσει κάνεις σπίτι με το κερί του ακόμη αναμμένο! Με το "Άγιο Φως" των κεριών οι άνθρωποι κάνουν το σχήμα του σταυρού πάνω από την κεντρική πόρτα για καλή τύχη και ανάβουν το καντήλι και η φλόγα του δεν πρέπει να σβήσει, για 40 ολόκληρες μέρες. Με το αναστάσιμο φως καίνε λίγο τα δέντρα που δεν καρπίζουν και τσουρουφλίζουν τα ζωντανά που δεν γεννάνε και το λαμπροκέρι το φυλάνε για το ξεμάτιασμα, τις αρρώστιες, το χαλάζι και τις τρικυμίες. Όταν η οικογένεια γυρίσει από την εκκλησία, κάθονται γύρω από το γιορτινό τραπέζι και να δοκιμάσουν ένα από τα παλιότερα έθιμα του Πάσχα, το σπάσιμο των κόκκινων αυγών. Τη συνήθεια αυτή βρίσκουμε στους Βυζαντινούς, ήδη από το 13ο αιώνα. "Με τ’ αυγό να τ' ανοίξω" έλεγαν, έτρωγαν το αυγό τους και ξεκίναγαν το φαγητό. Κάθε μέλος της οικογένειας έχει το δικό του αυγό και προσπαθεί να σπάσει τα αυγά των άλλων. Όποιου το αυγό όλα τα άλλα αυγά χωρίς να σπάσει, έχει καλή τύχη για όλο το χρόνο. Οι προετοιμασίες για το γιορτινό δείπνο της νύχτας της Ανάστασης ξεκινούν το Μ. Σάββατο το πρωί όπου οι νοικοκυρές μαγειρεύουν την παραδοσιακή "μαγειρίτσα" (μια δυνατή και νόστιμη σούπα φτιαγμένη με εντόσθια και αρωματικά βότανα). Σε μερικά μέρη τρεις μέρες δεν σήκωναν το τραπέζι και τα ψίχουλα τα έριχναν στα αμπέλια για να έχουν πολύ καρπό.
Λαμπρή
Το πρωί της Κυριακής του Πάσχα, σε πολλά μέρη της χώρας το αρνί ετοιμάζεται στην σούβλα. Σε άλλες περιοχές, το κρέας για το πασχαλινό τραπέζι - αρνί ή κατσίκι - ψήνεται στον φούρνο, γεμιστό με ρύζι, κουκουνάρια και σταφίδες.. Υπάρχει γιορτινή ατμόσφαιρα παντού και οι άνθρωποι τρώνε και χορεύουν συνήθως μέχρι αργά το βράδυ. Πολλοί νηστεύουν όλη την Σαρακοστή και την τελευταία εβδομάδα κάνουν πολύ αυστηρή νηστεία, καθόλου κρέας ή ελαιόλαδο! Έτσι αυτή η μέρα είναι αφιερωμένη στο φαγητό! Τίποτα δεν πάει χαμένο από το πασχαλινό αρνί, ακόμη και τα εντόσθια, το συκώτι, οι πνεύμονες και τα νεφρά πακετάρονται με έντερα και ψήνονται. Αυτό ονομάζεται 'κοκορέτσι'. Το κρασί ρέει άφθονο και μην ξαφνιαστείτε αν σας καλέσουν να συμμετέχετε στην γιορτή. Οι οικογένειες κάνουν επισκέψεις και ανταλλάσσουν αυγά, κοκορέτσι και κουλούρια. Στο ψημένο αρνί ο νοικοκύρης ψάχνει σημάδια στην ωμοπλάτη και βγάζει μαντεύματα για το σπιτικό του και την πατρίδα. Λένε όμως ότι το αρνί για να δείξει σημάδια πρέπει τουλάχιστον δυο βράδια πριν να έχει κοιμηθεί μέσα στο σπίτι.
Το μεσημέρι ή το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα γίνεται η Δεύτερη Ανάσταση. Η Αγάπη. Για την αγάπη των ανθρώπων σταυρώθηκε ο Χριστός, γι αυτό και το Ευαγγέλιο διαβάζεται σε επτά ή σε δώδεκα γλώσσες, συμβολίζοντας την ενότητα των εθνών. "Το φίλημα της αγάπης" ανταλλάσσουν όλοι οι πιστοί, ενώ ο παπάς τους μοιράζει από ένα κόκκινο αυγό. Στην "αγάπη" παλιότερα, όσοι ήθελαν, έδιναν όρκο μπροστά στο Ευαγγέλιο και γίνονταν αδελφοποιτοί. Έδεναν δηλαδή τη φιλία τους με αδελφική αγάπη. Αμέσως μετά την Αγάπη, στον περίβολο του ναού, στήνεται ο χορός, με πρώτο-πρώτο τον παπά και μετά τους πιστούς, κατά σειρά ηλικίας. Όλοι ντυμένοι με τις γιορτινές τους φορεσιές χόρευαν και τραγουδούσαν. Τα παλικάρια συναγωνίζονταν στο πήδημα, το τρέξιμο, το λιθάρι, στην άρση των Βαρών -κανένα σακί δηλαδή καλαμπόκι ή κανένα βαρελάκι με νερό- στη διελκυστίνδα (πιάνονταν ο ένας πίσω από τον άλλο, σε δυο σειρές, και προσπαθούσαν να τραβήξουν οι μεν τους δε). Και τα βραβεία των νικητών;... Μαντίλια κεντημένα, για τις γυναίκες και τις αρραβωνιαστικιές, λαμπριάτικες κουλούρες, ένα αρνί, μια μυζήθρα ή το κρασί της μέρας. Και από κοντά τα παιδιά, που δεν ήξεραν πού να πρωτοβρεθούν. Στους χορούς, στους αγώνες ή στις κούνιες που δένονταν λίγο πιο πέρα. Οι κούνιες ήταν συνέχεια της "αιώρας" των Παρθένων στα "Ανθεστήρια", γιορτή στην αρχαιότητα για την άνοιξη και τα λουλούδια. Με γέλια και τραγούδια έκαναν κούνια πρώτα τα κορίτσια και μετά τα αγόρια. Έθιμο με μαγικό χαρακτήρα στην αρχή, οι κούνιες, που απέβλεπε στην ευφορία, έγινε πηγή χαράς και διασκέδασης για όλους και τα τραγούδια της κούνιας αντιλαλούσαν από άκρη σε άκρη:
"Κουνήσετε τις έμορφες, κουνήσετε τις άσπρες, κουνήσετε τις λεμονιές, πού 'ναι ανθούς γεμάτες."
Αργά το απόγευμα, σε πολλά μέρη, καίνε ένα ομοίωμα του Ιούδα. Οι νέοι φτιάχνουν το ομοίωμα από παλιά χαλιά, βάζουν στα χέρια του τα τιμαλφή της προδοσίας (μια σακούλα με 30 νομίσματα) και το κρεμούν στην αυλή μέχρι να καεί. Οι εορτασμοί συνεχίζονται με χορό, τραγούδι και φαγητό! Οι άνθρωποι σπάνε κόκκινα αυγά και κολλάνε τα τσόφλια στις πόρτες ή τα πετάνε στον κήπο για να ευλογηθεί η σοδειά.
Εβδομάδα της Διακαινησίμου
Η εβδομάδα που ακολουθεί το Πάσχα ονομάζεται "Εβδομάδα Διακαινησίμου" που σημαίνει "νέα εβδομάδα". Οι μέρες ονομάζονται Δευτέρα του Πάσχα (εθνική αργία στην Ελλάδα), Τρίτη του Πάσχα, κτλ. Είναι ιερές μέρες και γίνονται πολλές εκδηλώσεις. Την Δευτέρα του Πάσχα σε πολλά μέρη γίνονται παρελάσεις. Νωρίς το πρωί, μετά την λειτουργία, κάθε εκκλησία βγάζει έξω την σημαία της και τον σταυρό της. Σε άλλα μέρη η κύρια εικόνα κάθε εκκλησίας τοποθετείται σε άλλη εκκλησία για κάποιο διάστημα, όπου γίνονται καθημερινές λειτουργίες. Στις λειτουργίες φέρνουμε μαζί μας τις λαμπάδες της Ανάστασης για να καούν τουλάχιστον τρεις φορές, πριν τις αφήσουμε στο ναό. Κάποιοι τις κρατάνε μετά στα σπίτια τους. Την ώρα που ο Ιερέας λέει το Χριστός Ανέστη, το εκκλησίασμα αποκρίνεται Αληθώς Ανέστη και ανεβοκατεβάζει τις αναμμένες λαμπάδες.
Τη Δευτέρα της Διακαινησίμου καθώς και την Παρασκευή του Πάσχα (Ζωοδόχου Πηγής), μπορούν να μεταλάβουν όλοι, και ας μην έχουν νηστέψει, γιατί οι μέρες αυτές είναι γιορτινές και επιτρέπεται να τρώμε απ’ όλα.
Αν το Πάσχα γιορταστεί μετά τις 23 Απριλίου, τότε η Δευτέρα του Πάσχα αφιερώνεται στον Άγιο Γεώργιο, έναν αγαπημένο άγιο των Ελλήνων. Πολλές εκδηλώσεις γίνονται στην μνήμη του. Αν η γιορτή του (που είναι στις 23 Απριλίου) πέσει μέσα στην Σαρακοστή ή την Μεγάλη Εβδομάδα, δεν γίνονται γιορτές και μεταφέρονται την Δευτέρα του Πάσχα. Μια όμορφη παράδοση για την ημέρα του Αι Γιώργη είναι οι αγώνες με άλογα.
Ο Αϊ Γιώργης είναι προστάτης καβαλάρης αλλά και ορόσημο για το ανέβασμα των κοπαδιών στα βουνά, όπως ο Αϊ Δημήτρης για το ξεχειμώνιασμα στους κάμπους, τον Οκτώβρη.
Την Τρίτη του Πάσχα μια παλιά παράδοση μας θέλει να ανάβουμε κεριά σε τρεις εκκλησίες στην εξοχή για το καλό, για τύχη και υγεία. Αν και η Τετάρτη δεν θεωρείται καλή μέρα για γάμους, η Τετάρτη του Πάσχα είναι η μέρα που τα ηλικιωμένα ζευγάρια μπορούν να παντρευτούν. Την Παρασκευή του Πάσχα έχουμε τη γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής, και σε πολλά μέρη γίνονται εκδηλώσεις. Αυτές τις μέρες οι άνθρωποι πηγαίνουν στις λειτουργίες και ανάβουν τις λαμπάδες του Πάσχα τρεις φορές. Μετά μπορεί κανείς να την αφήσει στην εκκλησία ή να την βάλει στα εικονίσματα του σπιτιού του. Η Νέα Εβδομάδα τελειώνει την Κυριακή του Θωμά. Αυτή τη μέρα γίνονται και πολλοί γάμοι και βαπτίσεις που είχαν σταματήσει όλη την περίοδο της Σαρακοστής. Την επόμενη μέρα ανοίγουν τα σχολεία…
Ανάληψη και Πεντηκοστή
Σαράντα μέρες μετά το Πάσχα είναι η "Ανάληψη" ή η επιστροφή του Χριστού στους Ουρανούς. Οι άνθρωποι σταματούν να λένε "Χριστός Ανέστη" κατά τις προσευχές.
Της Αναλήψεως οι βοσκοί έχουν πια άφθονο γάλα και τυρί και τα μοιράζουν σε όσους πάνε στη στάνη τους, καθώς είναι η μεγάλη γιορτή της παραγωγής των κοπαδιών.
Πενήντα μέρες μετά το Πάσχα είναι η "Πεντηκοστή", η μέρα που το Άγιο Πνεύμα πήγε στους Αποστόλους. Είναι πάντα Κυριακή. Το προηγούμενο Σάββατο είναι το τέταρτο ψυχοσάββατο (τα τρία πρώτα είναι στο τέλος της αποκριάς και στην αρχή της Σαρακοστής). Η Δευτέρα είναι αφιερωμένη στην Αγία Τριάδα και είναι αργία. Στις τρεις αυτές μέρες γίνονται σε πολλά μέρη πολλές γιορτές και εκδηλώσεις.
Τη μέρα της πεντηκοστής ο λαός πιστεύει ότι οι ψυχές των νεκρών που πήραν άδεια να βγουν από τον Άδη μαζί με το Χριστό, το Πάσχα, παίρνουν τώρα το δρόμο της επιστροφής.