Αρραβώνας - Γάμος

ü      Έθιμα γάμου (αναχώρηση και άφιξη)

Οι βασικές φάσεις των γαμήλιων εθίμων ήταν οι εξής:

o       Eπιλογή της νύφης (του γαμπρού) και σημάδια ετοιμότητας για γάμο στις κοπέλες.

o       Προξενιά, επιλογή της προξενήτρας, τελετουργική μεταμφίεση και μη αναγνώρισή της.

o       Aρραβώνας, μαρκάρισμα των μελλόνυμφων: δαχτυλίδι του αρραβώνα, μαντίλι κλπ..

o       Προπαρασκευτικά έθιμα της εβδομάδας προ τού γάμου (καλέσματα, κατασκευή της σημαίας και των ψωμιών του γάμου, λουτρά των μελλονύμφων, παράδοση της προίκας κλπ).

o       Έθιμα του γάμου (ξύρισμα και ντύσιμο του γαμπρού, στόλισμα της νύφης, νυφική ενδυμασία, νυφικός πέπλος, γαμήλια πομπή για παραλαβή της νύφης και το πάρσιμό της, μετάβαση στην εκκλησία, στέψη και επιστροφή από την εκκλησία, είσοδος των νεόνυμφων στο σπίτι του γαμπρού, ξεσκέπασμα της νύφης, πρώτη νύχτα του γάμου και έλεγχος της αγνείας).

o       Έθιμα μετά το γάμο (επίσκεψη της βρύσης ή του πηγαδιού, νίψιμο των ποδιών των συγγενών του γαμπρού, επιστροφή της νύφης στο πατρικό της σπίτι, το πρώτο μετά το γάμο λουτρό της νύφης, αντίγαμος).

Η αρχέτυπη έννοια του γάμου είναι ανάλογη προς τη βασική πλοκή των μαγικών παραμυθιών: η διάβαση του ήρωα (γαμπρού) και των αντιπροσώπων του στον άλλο κόσμο με αναζήτηση της νύφης και η επιστροφή τους. Οι προϋποθέσεις και η προετοιμασία για μετάβαση στον κόσμο της νύφης είναι: το τελετουργικό λούσιμο, ξύρισμα και ντύσιμο του γαμπρού (= του νεκρού), η Γαμήλια πομπή με εμπόδια και διάβασή τους, η Tελετουργική "μεταμόρφωση" σε ζώο ως τρόπος μετάβασης στον άλλο κόσμο: του γαμπρού στον κόσμο της νύφης και της νύφης στον κόσμο του γαμπρού. Γαμπρός-κριάρι και νύφη-πουλί.

ü      Προξενιό

Παλιά, ο γάμος γινόταν μόνο με προξενιό. Ήθελαν να ξέρουν τη γενιά της νύφης, την οικονομική οικογενειακή της κατάσταση, και την κοινωνική τάξη που ανήκε. Το προξενιό αναλάμβαναν οι συγγενείς του γαμπρού αφού γινόταν η επιλογή της κοπέλας. Δεν ήταν απαραίτητο να γνωρίζει ο γαμπρός τη νύφη, ούτε και να ζητηθεί η γνώμη του. Το συζητούσαν με τους γονείς της νύφης οι οποίοι και αποφάσιζαν. Συνήθως ανέβαλλαν την απάντηση μέχρι να το συζητήσουν μεταξύ τους. Όταν συμφωνούσαν, τότε οι γονείς του γαμπρού πήγαιναν αυτοπροσώπως στα προξενιά κρατώντας ένα αναμμένο φανάρι. Τα προξενιά γίνονταν συνήθως τα "δωδεκαήμερα" γιατί σταματούσαν από τις δουλειές. Χαρακτηριστική ήταν η εικόνα των ημερών εκείνων τα φαναράκια που περιφέρονταν στους δρόμους από τους διάφορους προξενητές. Την υποτιθέμενη νύφη δεν τη ρωτούσαν ποτέ αν δέχεται. Αν ο πατέρας της νύφης, ήταν σύμφωνος με το «προξενιό», τότε κλεινόταν ένα είδος συμφωνίας με το πατέρα του γαμπρού. Σύμφωνα με αυτή, ο πατέρας του γαμπρού έπρεπε να δώσει στο πατέρα της νύφης, ένα χρηματικό ποσό, για να δεχτεί ο τελευταίος να γίνει ο γάμος.

ü      Αρραβώνας

Ο αρραβώνας γινόταν βράδυ του Σαββάτου ή γιορτερές μέρες. Σε κάποια μέρη, ο γαμπρός απουσίαζε. Παρευρίσκονταν μόνο τα πεθερικά με τους συγγενείς . ΄Έπρεπε τα άτομα που θα πήγαιναν στη νύφη να μην είναι ζυγά. Αν ήταν το θεωρούσαν κακό σημάδι για τον αρραβώνα. Τα πεθερικά χάριζαν στη νύφη μια ντούμπλα (διπλή λίρα) ή ακόμη και πεντόλιρο και γενικά χρυσαφικά. Οι συγγενείς του γαμπρού κερνούσαν λεφτά με τα οποία η νύφη αγόραζε χρυσαφικό. Οι συγγενείς της νύφης έδιναν στο γαμπρό χρυσό σταυρό και καινούρια ρούχα. Ρούχα ήταν τα δώρα και προς τις συμπεθέρες. Όσο διαρκούσε ο αρραβώνας συνηθιζόταν, οι μητέρες και των δύο παιδιών, όταν ζύμωναν ψωμί, να πηγαίνουν η μία στην άλλη. Η νύφη όμως ποτέ δεν έτρωγε από το ψωμί της πεθεράς της καθώς και οτιδήποτε περιείχε μαγιά (π.χ. γιαούρτι), γιατί αν γινόταν αυτό θα χαλούσε το προξενιό. Η νύφη δεν πήγαινε στο σπίτι του γαμπρού, δε μιλούσε ποτέ στα πεθερικά, στους συγγενείς και στο γαμπρό και απέφευγε τις συναντήσεις μαζί τους ακόμη και στο δρόμο. Αν τα πεθερικά της νύφης ή οι συγγενείς ήθελαν να τους μιλήσει, έπρεπε πρώτα να την κεράσουν μέντα ή λίρα και στη συνέχεια να της ζητήσουν να τους μιλήσει, αφού η νύφη δεν είχε το θάρρος να πιάσει κουβέντα από μόνη της, είτε γιατί ντρεπόταν είτε γιατί τους σεβόταν.

ü      Γάμος

Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, μια βδομάδα πριν από το γάμο, συγκεκριμένα το Σάββατο, έκαναν κόλλυβα και οι δυο μητέρες και μνημόσυνο - πρόσκληση στους νεκρούς τους, γιατί μετά το γάμο επί ένα χρόνο δεν πήγαιναν στα νεκροταφεία. Την Κυριακή το βράδυ πήγαιναν οι γονείς του γαμπρού το μπαούλο για την προίκα στο σπίτι της κοπέλας, το οποίο περιείχε κάποιο χρυσαφικό, ρύζι και χρήματα. Αυτή η διαδικασία ήταν απαραίτητη για να επιβεβαιωθεί ότι την επόμενη Κυριακή θα γίνει ο γάμος. Ο γάμος λοιπόν, συνήθως, γινόταν τη Κυριακή. Μέχρι να γίνει ο γάμος, οι νεόνυμφοι δεν έπρεπε να ειδωθούν, γιατί έτσι προέβλεπε το έθιμο. Τη Τετάρτη (συνήθως), οι συγγενείς επισκέπτονταν το σπίτι του γαμπρού, φέρνοντας, μαζί τους, μικρή ποσότητα σιταριού. Τη τοποθετούσαν σε ένα δωμάτιο του σπιτιού. Στη συνέχεια ανακάτευαν τη ποσότητα που είχε συγκεντρωθεί, τοποθετώντας μέσα φρούτα και καραμέλες. Αφού γινόταν αυτό, οι νέοι και οι νέες, έψαχναν μέσα στο σωρό να βρουν τα φρούτα και τις καραμέλες, ενώ συγχρόνως εύχονταν ευτυχία και «βίον ανθόσπαρτον» στους μελλονύμφους. Σήμερα αυτό το έθιμο έχει αντικατασταθεί με το στρώσιμο του κρεβατιού στο σπίτι που θα κατοικήσουν οι μελλόνυμφοι. Εκεί οι φίλες στρώνουν το κρεβάτι τραγουδώντας, ενώ ο γαμπρός κάνοντας παρατήρηση ότι δεν στρώθηκε σωστά, το ξεστρώνει 3 φορές. Μετά, οι συγγενείς, με πρώτους τους γονείς του γαμπρού, ρίχνουν λεφτά πάνω στο κρεβάτι. Επίσης συχνά τοποθετούν πάνω στο κρεβάτι ένα μωρό, κατά προτίμηση αγόρι, ώστε το πρώτο παιδί του ζευγαριού να είναι αγόρι.

Το Σάββατο πριν το γάμο, και στα δύο σπίτια γινόταν γλέντι. Οι καλεσμένοι μαζί με τα δώρα δίνανε κι ένα κοκοράκι. Στη συνέχεια πήγαιναν στο σπίτι των κουμπάρων. Έπαιρναν από κει την κουμπάρα και κατευθύνονταν για το σπίτι της νύφης. Εκεί γινόταν ένα μικρό αστείο, κρατούσε η νύφη το χέρι της κλειστό για να μη μπορεί να το ανοίξει η κουμπάρα και αφού το άνοιγε σταύρωνε το χέρι της, της έβαζε χρήματα και χόρευαν στην αυλή του σπιτιού. Στη συνέχεια με τα όργανα πήγαιναν να καλέσουν τον κόσμο για το τραπέζι του Σαββάτου που γινόταν στο σπίτι του γαμπρού. Η κουμπάρα έπαιρνε τους καλεσμένους της καθώς και τους συγγενείς του γαμπρού και πήγαιναν στο σπίτι του. Μετά πήγαιναν οι συγγενείς του κοριτσιού κι έπαιρναν τα όργανα στο σπίτι της νύφης. Αργότερα οι συγγενείς του γαμπρού πήγαιναν να πάρουν τα όργανα στο δικό του σπίτι και για να καταφέρουν να τα κρατήσουν, φίλευαν και τους συγγενείς της νύφης. Το βράδυ της παραμονής του γάμου οι νέες σε κάποια χωριά ζύμωναν κουλούρες, ενώ οι νέοι τραγουδούσαν διάφορα ερωτικά τραγούδια. Στη συνέχεια έφτιαχναν ένα ψωμί, στο οποίο τοποθετούσαν μέσα, ένα νόμισμα. Τα μεσάνυχτα έκοβαν το ψωμί και το μοίραζαν. Όποιος τύχαινε το νόμισμα, πήγαινε στο πεθερό και αφού του φιλούσε το χέρι, του έδειχνε το φλουρί και έπαιρνε ένα χρηματικό ποσό από τον ίδιο. Όταν τελικά, έφθανε η μέρα του γάμου, οι νέες έντυναν τη νύφη με τη παραδοσιακή ενδυμασία, ενώ παράλληλα της εύχονταν υγεία και ευτυχία. Το λευκό νυφικό παρουσιάστηκε τις τελευταίες δεκαετίες. Η νύφη έστελνε στο γαμπρό πουκάμισο και κάλτσες και ξεκινούσε το ντύσιμό της. Γυρνούσαν το νυφικό τρεις φορές πάνω από το κεφάλι της νύφης, ενώ η κουμπάρα φορούσε μόνο το δεξί παπούτσι και το υπόλοιπο στόλισμα το έκαναν οι κοπέλες που ήταν εκεί. Αφού την ετοίμαζαν η κουμπάρα με τους υπόλοιπους επέστρεφαν στο σπίτι του γαμπρού. Άρχιζε το ξύρισμα του γαμπρού όπου οι συγγενείς δεν άφηναν τον κουρέα να τον ξυρίσει παίρνοντας την σαπουνάδα από το πρόσωπό του με κέρματα. Οι μουσικοί εν τω μεταξύ έπαιζαν διάφορους σκοπούς. Μετά το ξύρισμα ο κουμπάρος έντυνε το γαμπρό με το πρώτο ρούχο και τα υπόλοιπα του τα φορούσαν τ' άλλα παλικάρια. Στη συνέχεια ο κουμπάρος έκοβε πάνω στο κεφάλι του γαμπρού ένα τσουρέκι και το μοίραζαν στον κόσμο. Οι ελεύθερες έβαζαν το κομμάτι τους κάτω από το μαξιλάρι τους για να ονειρευτούν την τύχη τους. Ο γαμπρός, ο κουμπάρος, οι καλεσμένοι και οι μουσικοί πήγαιναν να πάρουν τη νύφη χορεύοντας. Μπροστά στην πόρτα του σπιτιού της ήταν ο αδερφός της - αν είχε - και μερικοί συγγενείς και φίλοι, γινόταν ένα μικρό παζάρεμα κάποιων χρημάτων για να εξαλείψουν τα εμπόδια στην παραλαβή της νύφης.

Επεξήγηση με στρογγυλεμένο παραλληλόγραμμο: Αυτό που θυμάμαι έντονα στο χωριό είναι τα απομεινάρια ουσιαστικά κάποιων εκδηλώσεων που συνήθιζαν οι παλιότεροι με την ευκαιρία ενός γάμου (σημειώνεται ότι το να παντρευτεί κάποιος εκτός χωριού μέχρι τουλάχιστο τις αρχές δεκαετίας 80 ήταν "όνειδος" για τον ίδιο και την ευρύτερη οικογένεια). Έτσι λοιπόν θυμάμαι το πήγαινε έλα από το σπίτι του γαμπρού, στο σπίτι του κουμπάρου και ακολούθως στο σπίτι της νύφης με κλαρίνο, βιολί και νταούλι να προηγείται. Ακριβώς δίπλα οι "βλάμηδες" με άσπρο μαντήλι στον ώμο και ταγάρι με τσουρέκι (ή κάτι τέτοιο - ήταν νόστιμο και ως παιδί το είχα ταυτίσει με το τσουρέκι). Λίγο πιο δίπλα άλλοι με σπλινάντερα στη σούβλα. Στον προορισμό περίμεναν οι συμπέθεροι με κρασί και συκωτάκια τηγανητά στο πιάτο… έτρωγες θέλοντας και μη!!!. Αυτά λίγο πριν την τελετή. Τις αμέσως προηγούμενες μέρες θυμάμαι το άπλωμα των προικιών και τη θορυβώδη περιήγηση της προίκας πάνω σε φορτηγό τίγκα στις γυναίκες! Για να παραβιάσεις το γυναικείο άβατο έπρεπε να είσαι ανήλικος (αν θυμάμαι καλά είχα ανέβει μια φορά) ή να είσαι οδηγός. Και τι έκαναν οι γυναίκες στην καρότσα του φορτηγού; Ότι κάνουν και τώρα, ο προάγγελος του promotion ήταν το διαξονικό… μαξιλάρια, υφαντά σκεπάσματα (μαντανίες τα λέγαμε), κουβέρτες πικέ, κουβέρτες μάλλινες (δεν υπήρχαν παπλώματα τότε) κεντητά, πλεκτά (ταμτέλια)!!! Χάλαγε ο κόσμος από τα τραγούδια και από την ΚΟΡΝΑ!!! Από τις τελετές δε θυμάμαι και πολλά, μόνο τον παπά να φωνάζει ησυχία πρώτα στα ελληνικά και μετά στα αρβανίτικα (έριχνε πρώτα μια ματιά να δει αν υπάρχουν ξένοι στην εκκλησία). Πάντως ήταν πραγματικό πανηγύρι ο γάμος. Στο τραπέζι που ακολουθούσε δεν υπήρχε catering. Μάλλον υπήρχε αλλά ήταν ιδιότυπο (σε μεγάλο βαθμό ισχύει και σήμερα αυτό). Οι σερβιτόροι ήταν συγγενείς (πρώτα, δεύτερα ξαδέρφια κ.λπ.). Αλλά και οι μάγειροι - μαγείρισσες για να ακριβολογούμε. Ο μαγαζάτορας το μόνο που έκανε ήταν ότι έβαζε τα τραπέζια τις καρέκλες και τις μπύρες, άντε και τις λαδόκολες… Σήμερα φτιάχνει και καμια πιπεριά, κανα μπουρεκάκι και φυσικά ανοίγει τις σαμπάνιες - παραγγελιές στο χορό… Μην πάμε όμως ακόμα στο χορό. Με το που ψιλοτρώγανε οι προσκεκλημένοι ξεκινάγαν τα "γιομάτα" οι συμπεθέροι (αυστηρά μόνο κρασί). Πρώτος ο κουμπάρος, μετά ο πατέρας του γαμπρού, ο πατέρας της νύφης, οι συμπεθέρες (αν επιθυμούσαν), τα αδέρφια, η νύφη (αν επιθυμούσε) και τελευταίος ο γαμπρός. Μια τυπική πρόποση είναι η εξής: "Το πρώτο για τους νεόνυμφους, τον τάδε και την τάδε, να τους χαιρόμαστε, να είναι καλά, με αγάπη κι ευτυχία. Το δεύτερο για τους γονείς… το τρίτο για τα αδέρφια… το τέταρτο για την παρέα…". Αμέσως μετά ακολουθεί τραγούδι (δημοτικό της "τάβλας") σε δύο χορούς - παρέες, συμμετέχουν όλοι οι παριστάμενοι. Αφού τελειώσουν τα αφιερωμένα στον "πότη" τραγούδια εκείνος (στέκονταν όρθιος όσο τραγούδαγαν για εκείνον) λέει τα εξής: "Το παρόν το ποτηράκι, λίγο κρασί και πολύ αγάπη. Πίνω και ορισμό". Ο κουμπάρος ανταποκρίνεται και ορίζει τον συνδαιτημόνα με τον οποίο θα πιει "σταυρωτό" ο "πότης". Η διαδικασία επαναλαμβάνεται μέχρι ο κουμπάρος να ορίσει το γαμπρό (ως τελευταίο πότη). Στους πότες συγκαταλέγεται πάντα και ο νουνός του γαμπρού και της νύφης (είναι από τα κεντρικά και τιμώμενα πρόσωπα στο τραπέζι). Αφού τελειώσει το τυπικό, υπάρχει συνέχεια με τραγούδια της τάβλας. Μετά χορός μέχρι το πρωί. Τη σειρά χορού την ορίζει ο κουμπάρος. Αυτοί ζήσαν καλά κι εμείς καλύτερα! (Κυριάκι Βοιωτίας)Αφού συμφωνούσαν στο ποσό που έπρεπε να δώσουν, άνοιγε η πόρτα κι έμπαιναν πρώτα ο γαμπρός κι ο κουμπάρος και στη συνέχεια οι υπόλοιποι. Κάτω στα πόδια της η νύφη είχε ένα κόσκινο που ήταν καλυμμένο με μια κόκκινη μαντίλα ή ένα βαθύ πιάτο, στο οποίο έριχνε λεφτά όποιος έμπαινε μέσα από τους συγγενείς του γαμπρού, προσκυνώντας κι όλους μπροστά στη νύφη. Τα λεφτά τα μάζευε η μητέρα του γαμπρού για να της τα δώσει λίγο αργότερα. Στο τέλος η νύφη χαιρετούσε τους δικούς της, τους φιλούσε τα χέρια και κείνοι της κερνούσαν λεφτά. Βγαίνοντας από το σπίτι η νύφη με το γαμπρό προσκυνούσαν τρεις φορές μπροστά στην εξωτερική πόρτα και οι άλλοι τους έριχναν ρύζι και λουλούδια. Στη διαδρομή έως την εκκλησία προπορευόταν ο γαμπρός με τον κουμπάρο και τον φίλο του και ακολουθούσαν η νύφη με την κουμπάρα. Ο πεθερός της νύφης κρατούσε ένα μπαστούνι για να εμποδίζει οποιονδήποτε ήθελε να μπει μπροστά στη νύφη. Σε άλλα μέρη ο γαμπρός ανέβαζε πάνω σε ένα άλογο (που προφανώς έφερνε μαζί του) και, στη συνέχεια, ανέβαινε ο ίδιος. Δεξιά και αριστερά του αλόγου, υπήρχαν δύο κορίτσια, οι οποίες αποτελούσαν τη συνοδεία της νύφης. Όταν έφθαναν στην Εκκλησία γινόταν το μυστήριο του γάμου.

Μετά το τέλος του μυστηρίου, πήγαιναν στο σπίτι του γαμπρού. Σε κάποια μέρη, στην είσοδο του σπιτιού, είχαν τοποθετηθεί νωρίτερα, από τους σερβιτόρους, διάφορα εμπόδια. Ανάμεσα στα εμπόδια αυτά, υπήρχε και μια κούνα. Μέσα στη κούνια έμπαινε ένας σερβιτόρος, από πάνω του ήταν ένας άλλος, ο οποίος κρατούσε κόσκινο και έκρυβε το πρόσωπό του με ένα ύφασμα. Οι καλεσμένοι έριχναν μέσα στο κόσκινο χρήματα και περνούσαν την είσοδο του σπιτιού. Όποιος δεν έριχνε, δεν μπορούσε να περάσει. Σε άλλα μέρη πάλι, μετά το γάμο, όλοι αναχωρούσαν για το ποτάμι. Τοποθετούσαν στο δεξί πόδι του γαμπρού και της νύφης από ένα νόμισμα. Στη συνέχεια κάποιος ανακάτευε τα νερά του ποταμού. Ο γαμπρός και η νύφη , αφού έκαναν μετάνοιες, έριχναν τα νομίσματα στο ποτάμι. Όταν η νύφη έμπαινε στο σπίτι έπρεπε να πατήσει πάνω σε σίδερο ή σε αλυσίδα για να μην χωρίσει το ζευγάρι. Ο πεθερός ή η πεθερά κρατούσε μέλι και καϊμάκι ή ένα πιάτο ρυζόγαλο και σταύρωνε με το δάχτυλό του την πόρτα, και μετά τους έδινε να φάνε και οι δύο από λίγο. Σε κάποια μέρη η πεθερά περνά μια πετσέτα στους λαιμούς των νεόνυμφων και στους τραβά μέσα στο σπίτι. Τέλος, κατευθύνονταν όλοι στο σπίτι του γαμπρού και άρχιζε το γλέντι μέχρι τα μεσάνυχτα.

Βασικό χαρακτηριστικό του γλεντιού είναι ο χορός. Χορεύει ο γαμπρός με τη νύφη, τους κουμπάρους, τους συμπεθέρους και μετά οι υπόλοιποι καλεσμένοι. Σε κάποιες περιοχές η νύφη θα πρέπει να χορέψει με όλους τους συγγενείς. Συχνά στα νησιά κατά τη διάρκεια του γλεντιού οι καλεσμένοι καρφίτσωναν λίρες και χαρτονομίσματα στα ρούχα των νεόνυμφων ή πάνω σε λευκές πετσέτες που έχουν οι νεόνυμφοι μπροστά τους. Ο κουμπάρος κάποια στιγμή έλεγε στο ζευγάρι να φύγει από το γλέντι και να πάει στο δωμάτιό του γρήγορα για να μην προλάβουν και δείρουν τον γαμπρό. Όταν το ζευγάρι αποχωρούσε, το γλέντι συνεχίζονταν για όσο ακόμη ήθελαν. Απαραίτητος παράγοντας για να γίνει ο γάμος, ήταν η νύφη να ήταν παρθένα. Σε περίπτωση που δεν ήταν, ο γάμος ακυρωνόταν. Το πρωί της Δευτέρας, αν η νύφη ήταν τίμια, η μάνα του γαμπρού έστελνε είδηση στη συμπεθέρα με μια συγγενή τους και της έλεγε: "με γεια τα παλικάρια". Η μητέρα της τότε έφτιαχνε πίτες και χαλβά και τα έστελνε στην κόρη της κι αφού ειδοποιούσαν και την κουμπάρα άρχιζε πάλι ένα γλέντι μέχρι το μεσημέρι. Στην αντίθετη περίπτωση, οι εθιμοτυπικές διαδικασίες ήταν χλευαστικές και για τις δυο οικογένειες.

Οι γονείς της νύφης δεν έπρεπε να δουν την κόρη τους για μια βδομάδα. Την Τρίτη μέρα του γάμου, οι συγγενείς έφτιαχναν φαγητά και πίτες κι έλεγαν πως πήγαιναν να γλεντήσουν. Το βράδυ της ίδιας ημέρας η νύφη καλούσε συγγενείς και κουμπάρους, τους μοίραζε δώρα και γλεντούσαν και πάλι. Το απόγευμα του Σαββάτου οι κοπέλες της γειτονιάς πήγαιναν μαζί με τη νύφη στη βρύση κι αν συναντούσε στο δρόμο της ηλικιωμένους ανθρώπους τους φιλούσε το χέρι. Στο μέρος που ήταν η βρύση, η νύφη γέμιζε την κανάτα της και προσκυνούσε, στη συνέχεια έριχνε λεφτά για να τα μαζέψουν οι κοπέλες από κάτω. Την Κυριακή πήγαιναν όλοι μαζί στην εκκλησία. Όταν τέλειωνε η λειτουργία το ζευγάρι και οι γονείς του γαμπρού πήγαιναν στο σπίτι της νύφης με τα φαγητά τους. Σαράντα ημέρες μετά το γάμο η νύφη εξυπηρετούσε όλη την οικογένεια. Έπρεπε να στέκεται όρθια την ώρα που οι υπόλοιπη οικογένεια έτρωγε και μόνο σαν τελείωναν θα μάζευε το τραπέζι και θα 'τρωγε κι αυτή. Τους έπλενε τα πόδια και έκανε όλες σχεδόν τις δουλειές. Μετά το γάμο, αν ήταν Πρωτοχρονιά, οι κουμπάροι πήγαιναν στο ζευγάρι που είχαν παντρέψει φαγητά, τσουρέκια και σταφίδες και η νύφη τους έδινε χαλβά. Το Πάσχα η κουμπάρα έστελνε στη νύφη ένα ζευγάρι κάλτσες, παντόφλες και λαμπάδες. Τις παντόφλες θα τις φορούσε για να πάει να πάρει Βάγια την Κυριακή των Βαΐων. Ακόμη, τα πεθερικά της νύφης, το Πάσχα, έπαιρναν τα φαγητά τους και πήγαιναν όλοι μαζί στους κουμπάρους για ένα ακόμη γλέντι. Την πρωτομαγιά έστελνε η νύφη στα πεθερικά μαγιάτικο στεφάνι.